- Παλλάδιος
- Παλλάδιοςmasc nom sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Παλλάδιος — I Άγιος της Ανατ. Ορθόδοξης Εκκλησίας. Ήταν ασκητής στη Συρία. Η μνήμη του τιμάται στις 28 Ιανουαρίου. II Όνομα ιστορικών προσώπων. 1. Πούβλιος Ρουτίλιος Ταύρος Αιμιλιανός (4ος αι. π.X.). Συγγραφέας. Έγραψε μία λατινική πραγματεία Περί των… … Dictionary of Greek
Παλλάδιε — Παλλάδιος masc voc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
List of chemical element name etymologies — This is the list of etymologies for all chemical element names: Name Symbol Language of origin Word of origin Meaning Symbol origin Description Actinium Ac Greek ἀκτίς (aktis) beam Greek aktinos ἀκτίς, ἀκτῖνος (aktis; aktinos), meaning beam (ray) … Wikipedia
Palladios — Pour l’article homonyme, voir Pallade. Palladios (en grec byzantin Παλλάδιος), né en Galatie vers 363 et mort à Aspuna vers 431, est un auteur chrétien, l évêque de Hélènopolis de Bithynie entre 400 et 406, puis d Aspuna en Galatie de … Wikipédia en Français
Палладий Еленопольский — В Википедии есть статьи о других людях с именем Палладий (значения). Палладий Еленопольский (греч. Παλλάδιος; 360 420) христианский епископ и писатель, ученик Иоанна Златоуста. Палладий был родом галатянин.[1] В 386 году или немного позднее … Википедия
Anténor — ANTÉNOR, ŏris, Gr. Ἀντήνωρ, ορος, (⇒ Tab. XXXI.) des Aesyetes und der Kleomestra Sohn, Dictys Cret. lib. IV. c. 22. & ad eum Anna Fabra l. c. wurde it von dem Priamus als Gesandter nach Griechenland geschicket, die Hesione wieder zu fordern. Weil … Gründliches mythologisches Lexikon
ακριβεύω — (Α ἀκριβεύω) [ἀκριβής] χρησιμοποιώ κάτι όπως και όταν πρέπει, ακριβολογώ νεοελλ. ακριβαίνω* αρχ. ομαι 1. είμαι ακριβής 2. εξετάζω, ερευνώ προσεκτικά «ἠκριβεύετο παρ’ αὐτοῡ τὶ τῶν καλῶν αὐτῷ κατώρθωται πώποτε» (Παλλάδιος 1164 c) 3. οδηγούμαι από… … Dictionary of Greek
μελάνη — (5ος αι. μ.Χ.). Ρωμαία φιλάνθρωπος και οσία της Ανατ. Ορθόδοξης Εκκλησίας. Υπήρξε μία από τις χαρακτηριστικότερες περιπτώσεις φιλάνθρωπων της παλαιοχριστιανικής περιόδου, οι οποίοι ανέπτυξαν μεγάλη κοινωνική δράση επηρεασμένοι από τη χριστιανική… … Dictionary of Greek
Γρηγέντιος — (Μιλάνo τέλη 5ου – αρχές 6ου αι. μ.Χ.).Κληρικός.Ονομάστηκε άγιος της Ανατ. Ορθόδοξης Εκκλησίας και ισαπόστολος της Αιθιοπικής, ενώ διετέλεσε επίσκοπος Τάφρων στη χώρα των Ομηριτών (Υεμένη) από το 535 έως το 552. Χειροτονήθηκε επίσκοπος στην… … Dictionary of Greek
Ευάγριος — I Άγιος της Ανατ. Ορθόδοξης Εκκλησίας. Μαρτύρησε επί Διοκλητιανού στη φωτιά μαζί με τον Μακάριο. Η μνήμη του τιμάται στις 18 Ιανουαρίου. II (4ος αι. μ.Χ.). Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως (370). Μετά τον θάνατο του Αρειανού πατριάρχη Ευδοξίου (369) … Dictionary of Greek